Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνενεκτέον
ἀνενεργής
ἀνενεργησία
ἀνενέργητος
ἀνενεχύραστος
ἀνενθουσίαστος
ἀνενθύμητος
ἀνεννόητος
ἀνενόχλητος
ἀνέντατος
ἀνενταφιάστως
ἀνέντευκτος
ἀνεντρέπτως
ἀνεντρεχής
ἀνέντροπος
ἀνεξάκουστος
ἀνεξάλειπτος
ἀνεξάλλακτος
ἀνεξαλλοτρίωτος
ἀνεξαπατησία
ἀνεξαπάτητος
View word page
ἀνενταφιάστως
without burial

ShortDef

without burial

Debugging

Headword:
ἀνενταφιάστως
Headword (normalized):
ἀνενταφιάστως
Headword (normalized/stripped):
ανενταφιαστως
IDX:
7191
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7192
Key:

Data

{'content': 'without burial'}