Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πολυσκόπελος
πολύσκοπος
πολυσκόπος
πολύσκυλαξ
πολυσκώμμων
πολυσμάραγος
πολύσμηνος
πολύσοφος
πολυσπαθής
πολύσπαστος
πολυσπείρητος
πολυσπερής
πολυσπερμία
πολύσπερμος
πολυσπερχής
πολυσπιλάς
πολύσπλαγχνος
πολύσπορος
πολυσταγῶς
πολυστάδιος
πολυστασίαστος
View word page
πολυσπείρητος
with many coils

ShortDef

with many coils

Debugging

Headword:
πολυσπείρητος
Headword (normalized):
πολυσπείρητος
Headword (normalized/stripped):
πολυσπειρητος
IDX:
71903
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71904
Key:

Data

{'content': 'with many coils'}