Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πολύσκιος
πολυσκόπελος
πολύσκοπος
πολυσκόπος
πολύσκυλαξ
πολυσκώμμων
πολυσμάραγος
πολύσμηνος
πολύσοφος
πολυσπαθής
πολύσπαστος
πολυσπείρητος
πολυσπερής
πολυσπερμία
πολύσπερμος
πολυσπερχής
πολυσπιλάς
πολύσπλαγχνος
πολύσπορος
πολυσταγῶς
πολυστάδιος
View word page
πολύσπαστος
drawn by many cords

ShortDef

drawn by many cords

Debugging

Headword:
πολύσπαστος
Headword (normalized):
πολύσπαστος
Headword (normalized/stripped):
πολυσπαστος
IDX:
71902
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71903
Key:

Data

{'content': 'drawn by many cords'}