Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πολύσκηπτρος
πολύσκιος
πολυσκόπελος
πολύσκοπος
πολυσκόπος
πολύσκυλαξ
πολυσκώμμων
πολυσμάραγος
πολύσμηνος
πολύσοφος
πολυσπαθής
πολύσπαστος
πολυσπείρητος
πολυσπερής
πολυσπερμία
πολύσπερμος
πολυσπερχής
πολυσπιλάς
πολύσπλαγχνος
πολύσπορος
πολυσταγῶς
View word page
πολυσπαθής
thick-woven

ShortDef

thick-woven

Debugging

Headword:
πολυσπαθής
Headword (normalized):
πολυσπαθής
Headword (normalized/stripped):
πολυσπαθης
IDX:
71901
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71902
Key:

Data

{'content': 'thick-woven'}