Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πολύρροδος
πολυρρόθιος
πολύρροθος
πολυρροίβδητος
πολύρροιζος
πολύρρομβος
πολύρρυμος
πολύρρυτος
πολύρυτος
πολύς
πολύσαθρος
πολυσαρκία
πολύσαρκος
πολύσεμνος
πολύσεπτος
πολυσήμαντος
πολυσημάντωρ
πολυσθενής
πολυσινής
πολύσιος
πολυσιτέω
View word page
πολύσαθρος
very rotten, unsound

ShortDef

very rotten, unsound

Debugging

Headword:
πολύσαθρος
Headword (normalized):
πολύσαθρος
Headword (normalized/stripped):
πολυσαθρος
IDX:
71874
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71875
Key:

Data

{'content': 'very rotten, unsound'}