Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πολύρριζος
πολύρρινος
πολύρροδος
πολυρρόθιος
πολύρροθος
πολυρροίβδητος
πολύρροιζος
πολύρρομβος
πολύρρυμος
πολύρρυτος
πολύρυτος
πολύς
πολύσαθρος
πολυσαρκία
πολύσαρκος
πολύσεμνος
πολύσεπτος
πολυσήμαντος
πολυσημάντωρ
πολυσθενής
πολυσινής
View word page
πολύρυτος
with many currents

ShortDef

with many currents

Debugging

Headword:
πολύρυτος
Headword (normalized):
πολύρυτος
Headword (normalized/stripped):
πολυρυτος
IDX:
71872
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71873
Key:

Data

{'content': 'with many currents'}