Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πολύπτωτος
πολύπυλος
πολύπυργος
πολυπύρηνος
πολύπυρος
πολύπυρος2
πολύπυστος
πολύρραβδος
πολυρραγής
πολυρράθαγος
πολυρραθάμιγξ
πολυρραίστης
πολύρραπτος
πολύρραφος
πολυρρημονέω
πολυρρήμων
πολύρρην
πολύρρηνος
πολυρριζία
πολύρριζος
πολύρρινος
View word page
πολυρραθάμιγξ
with many drops

ShortDef

with many drops

Debugging

Headword:
πολυρραθάμιγξ
Headword (normalized):
πολυρραθάμιγξ
Headword (normalized/stripped):
πολυρραθαμιγξ
IDX:
71853
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71854
Key:

Data

{'content': 'with many drops'}