Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πολυπληθής
πολυπληθύνω
πολυπλόκαμος
πολυπλοκία
πολύπλοκος
πολύπλοος
πολύπνοος
πολυπόδειος
πολυποδία
πολυπόδιον
πολυποδίτης
πολυποδώδης
πολυπόθεινος
πολυπόθητος
πολυποίκιλος
πολύποινος
Πολυποίτης
πολύπολις
πολυπόνηρος
πολυπονία
πολύπονος
View word page
πολυποδίτης
flavoured with polypody

ShortDef

flavoured with polypody

Debugging

Headword:
πολυποδίτης
Headword (normalized):
πολυποδίτης
Headword (normalized/stripped):
πολυποδιτης
IDX:
71803
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71804
Key:

Data

{'content': 'flavoured with polypody'}