Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πολύπειρος
πολυπείρων
πολυπενθής
πολυπερίσπαστος
πολυπευθής
Πολυπημονίδης
πολυπήμων
πολύπηνος
πολύπηχυς
πολυπῖδαξ
πολυπικός
πολύπικρος
πολυπινής
πολύπιστος
πολύπλαγκτος
πολυπλαγκτοσύνη
πολυπλανής
πολυπλάνητος
πολυπλασιάζω
πολυπλασίασμα
πολυπλασιασμός
View word page
πολυπικός
of or for a polypus

ShortDef

of or for a polypus

Debugging

Headword:
πολυπικός
Headword (normalized):
πολυπικός
Headword (normalized/stripped):
πολυπικος
IDX:
71777
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71778
Key:

Data

{'content': 'of or for a polypus'}