Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πολυπαίπαλος
πολύπαις
πολύπαλτος
πολυπάμφαος
πολυπάμων
πολυπαρθένευτος
πολυπάρθενος
πολύπαστος
πολύπαταξ
πολυπάτητος
πολύπατρις
πολυπείρητος
πολυπειρία
πολύπειρος
πολυπείρων
πολυπενθής
πολυπερίσπαστος
πολυπευθής
Πολυπημονίδης
πολυπήμων
πολύπηνος
View word page
πολύπατρις
having more than one country
ShortDef
having more than one country
Debugging
Headword:
πολύπατρις
Headword (normalized):
πολύπατρις
Headword (normalized/stripped):
πολυπατρις
IDX:
71764
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71765
Key:
Data
{'content': 'having more than one country'}