Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πολυοσμία
πολυόστεος
πολυούσιος
πολυόφθαλμος
πολυόχευτος
πολυοχλέω
πολυοχλία
πολύοχλος
πολυοψία
πολύοψος
πολυπάθεια
πολυπαθής
πολυπαίγμων
πολυπαιδία
πολυπαίπαλος
πολύπαις
πολύπαλτος
πολυπάμφαος
πολυπάμων
πολυπαρθένευτος
πολυπάρθενος
View word page
πολυπάθεια
suffering of many calamities

ShortDef

suffering of many calamities

Debugging

Headword:
πολυπάθεια
Headword (normalized):
πολυπάθεια
Headword (normalized/stripped):
πολυπαθεια
IDX:
71750
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71751
Key:

Data

{'content': 'suffering of many calamities'}