Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πολυμιγής
πολυμιγία
πολυμισής
πολύμισθος
πολυμιταρική
πολυμιτάριος
πολύμιτος
πολυμνήμων
Πολυμνήστεια
πολυμνήστευτος
πολυμνήστη
πολύμνηστος
Πολύμνια
πολύμνιος
πολυμορφία
πολύμορφος
πολύμουσος
πολύμοχθος
πολυμύελος
πολύμυθος
πολύμυξος
View word page
πολυμνήστη
much courted
ShortDef
much courted
Debugging
Headword:
πολυμνήστη
Headword (normalized):
πολυμνήστη
Headword (normalized/stripped):
πολυμνηστη
IDX:
71683
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71684
Key:
Data
{'content': 'much courted'}