Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνεμοφθορία
ἀνεμόφθορος
ἀνεμοφόρητος
ἀνέμπληκτος
ἀνέμπληστος
ἀνεμπόδιστος
ἀνεμπόλητος
ἀνέμπτωτος
ἀνεμφάνιστος
ἀνέμφαντος
ἀνέμφατος
ἀνεμώδης
ἀνεμώκης
ἀνεμώλιος
ἀνεμώνη
Ἀνεμώρεια
ἀνεμώτας
Ἀνεμῶτις
ἀνενδεής
ἀνένδεκτος
ἀνένδετος
View word page
ἀνέμφατος
without a tinge of

ShortDef

without a tinge of

Debugging

Headword:
ἀνέμφατος
Headword (normalized):
ἀνέμφατος
Headword (normalized/stripped):
ανεμφατος
IDX:
7167
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7168
Key:

Data

{'content': 'without a tinge of'}