Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Πολυκράτειος
πολυκρατέω
Πολυκράτης
πολυκρατής
πολύκρατος
πολύκρεκτος
πολύκρεως
πολύκρημνος
πολυκριθέω
πολύκριθος
πολύκριτος
πολυκρόκαλος
πολύκροσσος
πολυκρόταλος
πολυκρότητος
πολύκροτος
πολύκρουνος
πολύκρωζος
πολυκτέανος
πολυκτημοσύνη
πολυκτήμων
View word page
πολύκριτος
widely separate
ShortDef
widely separate
Debugging
Headword:
πολύκριτος
Headword (normalized):
πολύκριτος
Headword (normalized/stripped):
πολυκριτος
IDX:
71588
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71589
Key:
Data
{'content': 'widely separate'}