Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνεμόομαι
ἀνεμοποιός
ἀνεμόπους
ἄνεμος
ἀνεμοσκεπής
ἀνεμόστροφος
ἀνεμόσυρις
ἀνεμοσφάραγος
ἀνεμοτρεφής
ἀνεμούριον
ἀνεμοφθορία
ἀνεμόφθορος
ἀνεμοφόρητος
ἀνέμπληκτος
ἀνέμπληστος
ἀνεμπόδιστος
ἀνεμπόλητος
ἀνέμπτωτος
ἀνεμφάνιστος
ἀνέμφαντος
ἀνέμφατος
View word page
ἀνεμοφθορία
blasting, blight

ShortDef

blasting, blight

Debugging

Headword:
ἀνεμοφθορία
Headword (normalized):
ἀνεμοφθορία
Headword (normalized/stripped):
ανεμοφθορια
IDX:
7157
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7158
Key:

Data

{'content': 'blasting, blight'}