Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πολύκλινος
πολύκλυστος
πολύκλωνος
πολύκμητος
πολύκνημος
πολύκνισος
πολυκοίλιος
πολυκοίμητος
πολυκοινέω
πολυκοινία
πολύκοινος
πολυκοιρανία
πολυκοίρανος
πολυκοιτέω
πολύκοιτος
πολύκολπος
πολυκόλυμβος
πολύκομος
πολύκομπος
πολύκομψος
πολύκοσμος
View word page
πολύκοινος
common to many
ShortDef
common to many
Debugging
Headword:
πολύκοινος
Headword (normalized):
πολύκοινος
Headword (normalized/stripped):
πολυκοινος
IDX:
71566
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71567
Key:
Data
{'content': 'common to many'}