Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνεμοζάλη
ἀνεμοκοῖται
ἀνεμομαχία
ἀνεμόομαι
ἀνεμοποιός
ἀνεμόπους
ἄνεμος
ἀνεμοσκεπής
ἀνεμόστροφος
ἀνεμόσυρις
ἀνεμοσφάραγος
ἀνεμοτρεφής
ἀνεμούριον
ἀνεμοφθορία
ἀνεμόφθορος
ἀνεμοφόρητος
ἀνέμπληκτος
ἀνέμπληστος
ἀνεμπόδιστος
ἀνεμπόλητος
ἀνέμπτωτος
View word page
ἀνεμοσφάραγος
echoing to the wind

ShortDef

echoing to the wind

Debugging

Headword:
ἀνεμοσφάραγος
Headword (normalized):
ἀνεμοσφάραγος
Headword (normalized/stripped):
ανεμοσφαραγος
IDX:
7154
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7155
Key:

Data

{'content': 'echoing to the wind'}