Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνεμόδρομος
ἀνεμοεπάκτης
ἀνεμοζάλη
ἀνεμοκοῖται
ἀνεμομαχία
ἀνεμόομαι
ἀνεμοποιός
ἀνεμόπους
ἄνεμος
ἀνεμοσκεπής
ἀνεμόστροφος
ἀνεμόσυρις
ἀνεμοσφάραγος
ἀνεμοτρεφής
ἀνεμούριον
ἀνεμοφθορία
ἀνεμόφθορος
ἀνεμοφόρητος
ἀνέμπληκτος
ἀνέμπληστος
ἀνεμπόδιστος
View word page
ἀνεμόστροφος
whirling with wind

ShortDef

whirling with wind

Debugging

Headword:
ἀνεμόστροφος
Headword (normalized):
ἀνεμόστροφος
Headword (normalized/stripped):
ανεμοστροφος
IDX:
7152
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7153
Key:

Data

{'content': 'whirling with wind'}