Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνεμίζομαι
ἀνεμόδαρτος
ἀνεμόδρομος
ἀνεμοεπάκτης
ἀνεμοζάλη
ἀνεμοκοῖται
ἀνεμομαχία
ἀνεμόομαι
ἀνεμοποιός
ἀνεμόπους
ἄνεμος
ἀνεμοσκεπής
ἀνεμόστροφος
ἀνεμόσυρις
ἀνεμοσφάραγος
ἀνεμοτρεφής
ἀνεμούριον
ἀνεμοφθορία
ἀνεμόφθορος
ἀνεμοφόρητος
ἀνέμπληκτος
View word page
ἄνεμος
wind

ShortDef

wind

Debugging

Headword:
ἄνεμος
Headword (normalized):
ἄνεμος
Headword (normalized/stripped):
ανεμος
IDX:
7150
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7151
Key:

Data

{'content': 'wind'}