Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Πολύϊδος
πολυιδρεία
πολυϊδρεία
πολυϊδρείη
πολύϊδρις
πολύϊνος
πολυϊππία
πολύϊππος
πολυϊστορία
πολυΐστωρ
πολύϊχθυς
πολυκαγκής
πολυκαδία
πολυκαής
πολυκαισαρίη
πολυκάλαμος
πολυκάμμορος
πολυκαμπής
πολυκανής
πολύκαπνος
πολυκάρηνος
View word page
πολύϊχθυς
abounding in fish

ShortDef

abounding in fish

Debugging

Headword:
πολύϊχθυς
Headword (normalized):
πολύϊχθυς
Headword (normalized/stripped):
πολυιχθυς
IDX:
71506
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71507
Key:

Data

{'content': 'abounding in fish'}