Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πολυθρέμματος
πολυθρέμμων
πολύθρεπτος
πολυθρήνητος
πολύθρηνος
πολύθριδαξ
πολύθριξ
πολύθροος
πολυθρύλητος
πολύθυρος
πολυθύσανος
πολύθυτος
πολυΐαχος
Πολύϊδος
πολυιδρεία
πολυϊδρεία
πολυϊδρείη
πολύϊδρις
πολύϊνος
πολυϊππία
πολύϊππος
View word page
πολυθύσανος
with many tassels

ShortDef

with many tassels

Debugging

Headword:
πολυθύσανος
Headword (normalized):
πολυθύσανος
Headword (normalized/stripped):
πολυθυσανος
IDX:
71493
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71494
Key:

Data

{'content': 'with many tassels'}