Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πολύζωστος
πολυηγερής
πολυηγόρος
πολυηδής
πολυήθης
πολυηκοΐα
πολυήκοος
πολυηλάκατος
πολυήλιος
πολυημερεύω
πολυήμερος
πολυήρατος
πολυήρης
πολύηρος
πολυήσυχος
πολυηχής
πολυήχητος
πολυηχία
πολύηχος
πολυθάλμιος
πολυθαλπής
View word page
πολυήμερος
of many days
ShortDef
of many days
Debugging
Headword:
πολυήμερος
Headword (normalized):
πολυήμερος
Headword (normalized/stripped):
πολυημερος
IDX:
71455
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71456
Key:
Data
{'content': 'of many days'}