Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πολυζήλωτος
πολυζήμιος
πολύζυγος
πολυζωέω
πολύζωνος
πολύζῳος
πολύζωος
πολύζωστος
πολυηγερής
πολυηγόρος
πολυηδής
πολυήθης
πολυηκοΐα
πολυήκοος
πολυηλάκατος
πολυήλιος
πολυημερεύω
πολυήμερος
πολυήρατος
πολυήρης
πολύηρος
View word page
πολυηδής
very pleasant
ShortDef
very pleasant
Debugging
Headword:
πολυηδής
Headword (normalized):
πολυηδής
Headword (normalized/stripped):
πολυηδης
IDX:
71448
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71449
Key:
Data
{'content': 'very pleasant'}