Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πολυδίψιος
πολύδιψος
πολύδονος
πολυδόξαστος
πολυδοξία
πολύδοξος
πολυδουλεία
πολύδουλος
πολυδράστεια
πολυδρομή
πολύδρομος
πολύδροσος
πολύδρυμος
πολυδύναμος
Πολυδώρη
πολυδωρία
Πολύδωρος
πολύδωρος
πολύεδνος
πολύεδρος
πολυεθνής
View word page
πολύδρομος
much-wandering
ShortDef
much-wandering
Debugging
Headword:
πολύδρομος
Headword (normalized):
πολύδρομος
Headword (normalized/stripped):
πολυδρομος
IDX:
71402
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71403
Key:
Data
{'content': 'much-wandering'}