Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀνελπιστία
ἀνέλπιστος
ἀνέλυτρος
ἀνεμαφέτης
ἀνέμβατος
ἀνεμέσητος
ἀνέμετος
ἀνεμέω
ἀνέμητος
ἀνεμία
ἀνεμιαῖος
ἀνεμίζομαι
ἀνεμόδαρτος
ἀνεμόδρομος
ἀνεμοεπάκτης
ἀνεμοζάλη
ἀνεμοκοῖται
ἀνεμομαχία
ἀνεμόομαι
ἀνεμοποιός
ἀνεμόπους
View word page
ἀνεμιαῖος
windy
ShortDef
windy
Debugging
Headword:
ἀνεμιαῖος
Headword (normalized):
ἀνεμιαῖος
Headword (normalized/stripped):
ανεμιαιος
IDX:
7139
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7140
Key:
Data
{'content': 'windy'}