Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πολυγύμναστος
πολυγύναιος
πολυγωνοειδής
πολύγωνον
πολύγωνος
πολυδάηρ
πολυδαίδαλος
πολυδαισία
πολύδακρυς
πολυδάκρυτος
πολυδάκτυλος
Πολύδαμνα
πολύδαμνος
πολυδάπανος
πολύδαφνος
πολυδέγμων
πολυδεής
πολυδειράς
πολυδειράς2
πολυδέκτης
πολύδενδρος
View word page
πολυδάκτυλος
manytoed
ShortDef
manytoed
Debugging
Headword:
πολυδάκτυλος
Headword (normalized):
πολυδάκτυλος
Headword (normalized/stripped):
πολυδακτυλος
IDX:
71365
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71366
Key:
Data
{'content': 'manytoed'}