Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πολύγονον
πολύγονος
πολύγουνος
πολυγράμματος
πολύγραμμος
πολύγραος
πολυγραφέω
πολυγραφία
πολυγράφος
πολυγύμναστος
πολυγύναιος
πολυγωνοειδής
πολύγωνον
πολύγωνος
πολυδάηρ
πολυδαίδαλος
πολυδαισία
πολύδακρυς
πολυδάκρυτος
πολυδάκτυλος
Πολύδαμνα
View word page
πολυγύναιος
having many wives

ShortDef

having many wives

Debugging

Headword:
πολυγύναιος
Headword (normalized):
πολυγύναιος
Headword (normalized/stripped):
πολυγυναιος
IDX:
71356
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71357
Key:

Data

{'content': 'having many wives'}