Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πολυγηθής
πολυγήραος
πολυγηρία
πολυγήρως
πολύγλευκος
πολύγληνος
πολυγλυφής
πολύγλωσσος
πολυγλώχιν
πολύγναμπτος
πολυγνωμοσύνη
πολυγνώμων
πολυγνώριστος
Πολύγνωτος
πολύγνωτος
πολυγόητος
πολύγομφος
πολυγόνατος
πολυγονέομαι
πολυγονία
πολύγονον
View word page
πολυγνωμοσύνη
depth of knowledge

ShortDef

depth of knowledge

Debugging

Headword:
πολυγνωμοσύνη
Headword (normalized):
πολυγνωμοσύνη
Headword (normalized/stripped):
πολυγνωμοσυνη
IDX:
71336
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71337
Key:

Data

{'content': 'depth of knowledge'}