Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πολυγαμία
πολύγαμος
πολυγενής
πολυγέωργος
πολυγηθής
πολυγήραος
πολυγηρία
πολυγήρως
πολύγλευκος
πολύγληνος
πολυγλυφής
πολύγλωσσος
πολυγλώχιν
πολύγναμπτος
πολυγνωμοσύνη
πολυγνώμων
πολυγνώριστος
Πολύγνωτος
πολύγνωτος
πολυγόητος
πολύγομφος
View word page
πολυγλυφής
much-carved
ShortDef
much-carved
Debugging
Headword:
πολυγλυφής
Headword (normalized):
πολυγλυφής
Headword (normalized/stripped):
πολυγλυφης
IDX:
71332
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71333
Key:
Data
{'content': 'much-carved'}