Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πολύβροχος
πολύβροχος2
πολυβρώματος
πολύβρωτος
πολύβυρσος
πολύβωλος
πολύβωμος
Πολυβώτης
πολύβωτος
πολυγαλακτέω
πολυγάλακτος
πολύγαλον
πολυγαμία
πολύγαμος
πολυγενής
πολυγέωργος
πολυγηθής
πολυγήραος
πολυγηρία
πολυγήρως
πολύγλευκος
View word page
πολυγάλακτος
with much milk

ShortDef

with much milk

Debugging

Headword:
πολυγάλακτος
Headword (normalized):
πολυγάλακτος
Headword (normalized/stripped):
πολυγαλακτος
IDX:
71320
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71321
Key:

Data

{'content': 'with much milk'}