Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πολύβουλος
πολυβούτης
πολύβρομος
πολύβροχος
πολύβροχος2
πολυβρώματος
πολύβρωτος
πολύβυρσος
πολύβωλος
πολύβωμος
Πολυβώτης
πολύβωτος
πολυγαλακτέω
πολυγάλακτος
πολύγαλον
πολυγαμία
πολύγαμος
πολυγενής
πολυγέωργος
πολυγηθής
πολυγήραος
View word page
Πολυβώτης
Polybotes, a giant

ShortDef

Polybotes, a giant

Debugging

Headword:
Πολυβώτης
Headword (normalized):
πολυβώτης
Headword (normalized/stripped):
πολυβωτης
IDX:
71317
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71318
Key:

Data

{'content': 'Polybotes, a giant'}