Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πολύβοσκος
πολυβότανος
πολυβότειρα
πολύβοτος
πολύβοτρυς
πολύβουλος
πολυβούτης
πολύβρομος
πολύβροχος
πολύβροχος2
πολυβρώματος
πολύβρωτος
πολύβυρσος
πολύβωλος
πολύβωμος
Πολυβώτης
πολύβωτος
πολυγαλακτέω
πολυγάλακτος
πολύγαλον
πολυγαμία
View word page
πολυβρώματος
composed of many meats

ShortDef

composed of many meats

Debugging

Headword:
πολυβρώματος
Headword (normalized):
πολυβρώματος
Headword (normalized/stripped):
πολυβρωματος
IDX:
71312
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71313
Key:

Data

{'content': 'composed of many meats'}