Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Πόλυβος
πολύβοσκος
πολυβότανος
πολυβότειρα
πολύβοτος
πολύβοτρυς
πολύβουλος
πολυβούτης
πολύβρομος
πολύβροχος
πολύβροχος2
πολυβρώματος
πολύβρωτος
πολύβυρσος
πολύβωλος
πολύβωμος
Πολυβώτης
πολύβωτος
πολυγαλακτέω
πολυγάλακτος
πολύγαλον
View word page
πολύβροχος2
with many nooses

ShortDef

freshly infused several times
with many nooses

Debugging

Headword:
πολύβροχος2
Headword (normalized):
πολύβροχος
Headword (normalized/stripped):
πολυβροχος2
IDX:
71311
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71312
Key:

Data

{'content': 'with many nooses'}