Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πολύβιβλος
Πολύβιος
πολύβιος
πολυβλαβής
πολυβλαστής
πολυβλαστία
πολυβλέπων
πολυβλέφαρος
πολυβλής
πολυβόειος
πολυβόητος
πολυβόλος
πολυβόρος
Πόλυβος
πολύβοσκος
πολυβότανος
πολυβότειρα
πολύβοτος
πολύβοτρυς
πολύβουλος
πολυβούτης
View word page
πολυβόητος
much-talked-of
ShortDef
much-talked-of
Debugging
Headword:
πολυβόητος
Headword (normalized):
πολυβόητος
Headword (normalized/stripped):
πολυβοητος
IDX:
71298
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71299
Key:
Data
{'content': 'much-talked-of'}