Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πολυάφορμος
πολυαχθής
πολυάχυρος
πολυβαθής
πολύβατος
πολυβαφής
πολυβέλεμνος
πολυβενθής
πολυβήματος
πολύβιβλος
Πολύβιος
πολύβιος
πολυβλαβής
πολυβλαστής
πολυβλαστία
πολυβλέπων
πολυβλέφαρος
πολυβλής
πολυβόειος
πολυβόητος
πολυβόλος
View word page
Πολύβιος
Polybius

ShortDef

Polybius
well-to-do

Debugging

Headword:
Πολύβιος
Headword (normalized):
πολύβιος
Headword (normalized/stripped):
πολυβιος
IDX:
71289
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71290
Key:

Data

{'content': 'Polybius'}