Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πολυαύχενος
πολυαύχην
πολυάφορμος
πολυαχθής
πολυάχυρος
πολυβαθής
πολύβατος
πολυβαφής
πολυβέλεμνος
πολυβενθής
πολυβήματος
πολύβιβλος
Πολύβιος
πολύβιος
πολυβλαβής
πολυβλαστής
πολυβλαστία
πολυβλέπων
πολυβλέφαρος
πολυβλής
πολυβόειος
View word page
πολυβήματος
taking many steps

ShortDef

taking many steps

Debugging

Headword:
πολυβήματος
Headword (normalized):
πολυβήματος
Headword (normalized/stripped):
πολυβηματος
IDX:
71287
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71288
Key:

Data

{'content': 'taking many steps'}