Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πολυαπεχθής
πολυαπόδημος
πολυάρατος
πολυάργυρος
πολύαρθρος
πολυάριθμος
πολυαρκής
πολύαρκυς
πολυάρματος
πολυαρμόνιος
πολύαρνος
πολυάρουρος
πολυάρτυτος
πολυαρχία
πολυάρχιος
πολύαρχος
πολύασπις
πολυαστράγαλος
πολύαστρος
πολυάσχολος
πολυαῦλαξ
View word page
πολύαρνος
with many lambs, see πολύρρην

ShortDef

with many lambs, see πολύρρην

Debugging

Headword:
πολύαρνος
Headword (normalized):
πολύαρνος
Headword (normalized/stripped):
πολυαρνος
IDX:
71265
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71266
Key:

Data

{'content': 'with many lambs, see πολύρρην'}