Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πολυᾶϊξ
πολυάκανθος
πολυαλγής
πολυάλγητος
πολυαλδής
πολυαλθής
πολυαλφής
πολυάλφιτος
πολύαμμος
πολυάμπελος
πολυαναγνωσία
πολυανάλωτος
πολυαναφορία
πολυανάφορος
πολυανδρεῖον
πολυανδρέω
πολυανδρία
πολυάνδριος
πολύανδρος
πολυάνθεμος
πολυανθής
View word page
πολυαναγνωσία
much reading, much learning

ShortDef

much reading, much learning

Debugging

Headword:
πολυαναγνωσία
Headword (normalized):
πολυαναγνωσία
Headword (normalized/stripped):
πολυαναγνωσια
IDX:
71238
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71239
Key:

Data

{'content': 'much reading, much learning'}