Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πολτώδης
πολυαγάπητος
πολυάγκιστρος
πολυαγρία
πολύαγρος
πολυαδελφία
πολυάδελφος
πολυάθλιος
πολύαθλος
πολύαιγος
πολυαίματος
πολυαιμέω
πολυαιμία
Πολυαιμονίδης
πολύαιμος
πολυαίμων
πολύαινος
πολυᾶϊξ
πολυάκανθος
πολυαλγής
πολυάλγητος
View word page
πολυαίματος
full of blood

ShortDef

full of blood

Debugging

Headword:
πολυαίματος
Headword (normalized):
πολυαίματος
Headword (normalized/stripped):
πολυαιματος
IDX:
71221
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71222
Key:

Data

{'content': 'full of blood'}