Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πολτοποιέω
πόλτος
πολτώδης
πολυαγάπητος
πολυάγκιστρος
πολυαγρία
πολύαγρος
πολυαδελφία
πολυάδελφος
πολυάθλιος
πολύαθλος
πολύαιγος
πολυαίματος
πολυαιμέω
πολυαιμία
Πολυαιμονίδης
πολύαιμος
πολυαίμων
πολύαινος
πολυᾶϊξ
πολυάκανθος
View word page
πολύαθλος
conquering in many contests

ShortDef

conquering in many contests

Debugging

Headword:
πολύαθλος
Headword (normalized):
πολύαθλος
Headword (normalized/stripped):
πολυαθλος
IDX:
71219
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71220
Key:

Data

{'content': 'conquering in many contests'}