Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πολλάκι
πολλάκις
πολλαπλασιάζω
πολλαπλασιασμός
πολλαπλασιεπιμερής
πολλαπλάσιος
πολλαπλασιότης
πολλαπλασιόω
πολλαπλασίων
πολλαπλασίωσις
πολλαπλόος
πολλαχῇ
πολλαχόθεν
πολλαχόθι
πολλαχόσε
πολλαχοῦ
πολλαχῶς
πολλοαγάπητος
πολλοδεκάκις
πολλοποιός
πολλοσταῖος
View word page
πολλαπλόος
manifold, many times as long

ShortDef

manifold, many times as long

Debugging

Headword:
πολλαπλόος
Headword (normalized):
πολλαπλόος
Headword (normalized/stripped):
πολλαπλοος
IDX:
71189
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71190
Key:

Data

{'content': 'manifold, many times as long'}