Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πολιτογραφία
πολιτογράφος
πολιτοκάπηλος
πολιτοφθόρος
πολιτοφυλακέω
πολιτοφυλακία
πολιτοφύλαξ
πολίχνη
πολίχνιον
πολιώδης
πολίωμα
πολίωσις
πολλάκι
πολλάκις
πολλαπλασιάζω
πολλαπλασιασμός
πολλαπλασιεπιμερής
πολλαπλάσιος
πολλαπλασιότης
πολλαπλασιόω
πολλαπλασίων
View word page
πολίωμα
greyness
ShortDef
greyness
Debugging
Headword:
πολίωμα
Headword (normalized):
πολίωμα
Headword (normalized/stripped):
πολιωμα
IDX:
71177
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71178
Key:
Data
{'content': 'greyness'}