Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πολιόω
πόλις
πόλισμα
πολισμάτιον
πολισμός
πολισσονόμος
πολισσόος
πολισσοῦχος
πολιστής
πολιταρχέω
πολιτάρχης
πολιταρχία
πολίτας
πολιτεία
πολίτευμα
πολιτευτέον
πολιτευτής
πολιτεύω
πολίτης
Πολίτης
πολιτικοπραιτώριος
View word page
πολιτάρχης
a civic magistrate

ShortDef

a civic magistrate

Debugging

Headword:
πολιτάρχης
Headword (normalized):
πολιτάρχης
Headword (normalized/stripped):
πολιταρχης
IDX:
71152
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71153
Key:

Data

{'content': 'a civic magistrate'}