Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Πολιάς
πολιατεύω
πολιᾶχος
πολιδυνάστης
Πολιεύς
πολίζω
πολιήτης
πόλινδε
πολιοειδής
πολιόθριξ
πολιοκρόταφος
πόλιον
πολιοπλόκαμος
πολιορκέω
πολιορκητέος
πολιορκητής
πολιορκητικός
πολιορκία
πολιός
πολιότης
πολιοῦχος
View word page
πολιοκρόταφος
with gray hair on the temples

ShortDef

with gray hair on the temples

Debugging

Headword:
πολιοκρόταφος
Headword (normalized):
πολιοκρόταφος
Headword (normalized/stripped):
πολιοκροταφος
IDX:
71128
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71129
Key:

Data

{'content': 'with gray hair on the temples'}