Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πολιά
πολιαίνομαι
πολιανομέω
πολιανόμος
πολιαρχέω
πολιαρχία
πολίαρχος
πολιάς
Πολιάς
πολιατεύω
πολιᾶχος
πολιδυνάστης
Πολιεύς
πολίζω
πολιήτης
πόλινδε
πολιοειδής
πολιόθριξ
πολιοκρόταφος
πόλιον
πολιοπλόκαμος
View word page
πολιᾶχος
protecting a city
ShortDef
protecting a city
Debugging
Headword:
πολιᾶχος
Headword (normalized):
πολιᾶχος
Headword (normalized/stripped):
πολιαχος
IDX:
71120
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71121
Key:
Data
{'content': 'protecting a city'}