Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πολεμώδης
Πολέμων
πολεμώνιον
πολεύω
πολέω
πολῆον
πόλησις
πολιά
πολιαίνομαι
πολιανομέω
πολιανόμος
πολιαρχέω
πολιαρχία
πολίαρχος
πολιάς
Πολιάς
πολιατεύω
πολιᾶχος
πολιδυνάστης
Πολιεύς
πολίζω
View word page
πολιανόμος
a civic magistrate

ShortDef

a civic magistrate

Debugging

Headword:
πολιανόμος
Headword (normalized):
πολιανόμος
Headword (normalized/stripped):
πολιανομος
IDX:
71113
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71114
Key:

Data

{'content': 'a civic magistrate'}