Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πολεμοφθόρος
πολεμοφόνευτος
πολεμόω
πολεμώδης
Πολέμων
πολεμώνιον
πολεύω
πολέω
πολῆον
πόλησις
πολιά
πολιαίνομαι
πολιανομέω
πολιανόμος
πολιαρχέω
πολιαρχία
πολίαρχος
πολιάς
Πολιάς
πολιατεύω
πολιᾶχος
View word page
πολιά
grayness of hair

ShortDef

grayness of hair

Debugging

Headword:
πολιά
Headword (normalized):
πολιά
Headword (normalized/stripped):
πολια
IDX:
71110
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71111
Key:

Data

{'content': 'grayness of hair'}