Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πολεμολαμαχαϊκός
πόλεμόνδε
πολεμοποιέω
πολεμοποιός
πόλεμος
πολεμοτροφέω
πολεμοφθόρος
πολεμοφόνευτος
πολεμόω
πολεμώδης
Πολέμων
πολεμώνιον
πολεύω
πολέω
πολῆον
πόλησις
πολιά
πολιαίνομαι
πολιανομέω
πολιανόμος
πολιαρχέω
View word page
Πολέμων
Polemo
ShortDef
Polemo
Debugging
Headword:
Πολέμων
Headword (normalized):
πολέμων
Headword (normalized/stripped):
πολεμων
IDX:
71104
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71105
Key:
Data
{'content': 'Polemo'}