Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ποκίζω
ποκισμός
ποκιστί
ποκκί
ποκοειδής
ποκόομαι
πόκος
πολέμαιγις
πολεμαίνετος
πολεμάρχειον
πολεμάρχειος
πολεμαρχέω
πολεμάρχης
πολεμαρχία
πολεμαρχικός
Πολέμαρχος
πολέμαρχος
πολεμέω
πολεμηδόκος
πολεμήϊος
πολεμησείω
View word page
πολεμάρχειος
of or belonging to the polemarch

ShortDef

of or belonging to the polemarch

Debugging

Headword:
πολεμάρχειος
Headword (normalized):
πολεμάρχειος
Headword (normalized/stripped):
πολεμαρχειος
IDX:
71068
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71069
Key:

Data

{'content': 'of or belonging to the polemarch'}