Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ποιός
ποῖος
ποιότης
ποιόω
ποιπνυός
ποιπνύω
ποιφύγδην
ποίφυγμα
ποιφύσσω
ποιώδης
ποιώδης2
ποίωσις
ποιωτίζομαι
ποιωτικός
ποιωτός
ποκάς
ποκίζω
ποκισμός
ποκιστί
ποκκί
ποκοειδής
View word page
ποιώδης2
qualitative
ShortDef
like grass
qualitative
Debugging
Headword:
ποιώδης2
Headword (normalized):
ποιώδης
Headword (normalized/stripped):
ποιωδης2
IDX:
71052
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-71053
Key:
Data
{'content': 'qualitative'}